9.9

Αιδοιοκολπίτιδες στην παιδική και εφηβική ηλικία

Γυναικολόγος, Ιατρικά

9.9

Από τη μαιευτήρα – χειρουργό γυναικολόγο Μαρία Παπαδοπούλου.

Αιδοιοκολπίτιδες στην παιδική και εφηβική ηλικία

 Οι αιδοιοκολπίτιδες αποτελούν συχνό πρόβλημα των κοριτσιών, κυρίως της προεφηβικής ηλικίας και υπολογίζεται ότι αφορούν το 87% του συνόλου των προβλημάτων των γεννητικών οργάνων που παρουσιάζονται στην ηλικία αυτή. Παρατηρούνται συχνότερα σε κορίτσια μεταξύ 2 και 7 χρόνων.

Οι αιδοιοκολπίτιδες που παρουσιάζονται πριν την έναρξη της εμμήνου ρύσεως διαφέρουν συνήθως σε ότι αφορά την αιτιολογία, την κλινική εικόνα και την αντιμετώπιση, ενώ αντίθετα, μετά την έναρξη της εμμηνορρυσίας δεν παρουσιάζουν διαφορές από τις ανάλογες λοιμώξεις των ενηλίκων γυναικών.

Ποια είναι τα συμπτώματα και οι επιπλοκές της αιδοιοκολοπίτιδας

Η παιδική κολπίτιδα εμφανίζεται συνήθως ως αυξημένη έκκριση κολπικών υγρών, τα οποία η μητέρα παρατηρεί στο εσώρουχο της κόρης της. Συχνά, έχουν δυσάρεστη οσμή. Εμφανίζονται αυξημένα υγρά στο εσώρουχο ή την πάνα, ερεθισμός με ερυθρότητα – κοκκίνισμα της ευαίσθητης περιοχής, φαγούρα, πόνος κατά την ούρηση, και διάχυτος πόνος χαμηλά στην κοιλιά. Σε παραμελημένες περιπτώσεις, μπορεί να εμφανισθεί σύμμυση(συνένωση – σύμφυση) των μικρών χειλέων του αιδοίου και αίμα από τον κόλπο. Η συνένωση των μικρών χειλέων είναι συχνότερη μέχρι την ηλικία των 6 ετών.

Τα συμπτώματα της αιδοιοκολπίτιδας περιλαμβάνουν:

Κολπική Υπερέκκριση που μπορεί να είναι ορώδης, βλεννώδης ή οροαιματηρή

Ερύθημα – κοκκίνισμα της περιοχής του αιδοίου

Κακοσμία της περιοχής – δύσοσμα κολπικά υγρά

Κνησμός – φαγούρα

Δυσουρία – δυσκολία στην ούρηση

Ευαισθησία κόλπου

Άλγος – πόνος και τσούξιμο της περιοχής

Οίδημα – πρήξιμο και διόγκωση των χειλέων του αιδοίου

Σύμμυση των μικρών χειλέων του αιδοίου

Κολπική αιμόρροια

Πως γίνεται η διάγνωση της αιδοιοκολπίτιδας

Για την διάγνωση της αιδοιοκολπίτιδας πρέπει να γίνει η λήψη λεπτομερούς ιστορικού, η φυσική εξέταση, ο εργαστηριακός έλεγχος, ενώ σπάνια απαιτούνται απεικονιστικές διαγνωστικές μέθοδοι.

Ο εργαστηριακός έλεγχος εφαρμόζεται αναλόγως της περίπτωσης και συνίσταται στην λήψη υλικού για καλλιέργεια αερόβιων και αναερόβιων παθογόνων μικροβίων, ανίχνευση μυκοπλασμάτων-χλαμυδίων και σε έλεγχο αμέσου παρασκευάσματος για τριχομονάδωση. Ακολουθεί γενική ούρων, καλλιέργεια ούρων, παρασιτολογική και καλλιέργεια κοπράνων καθώς και κυτταρολογική εξέταση του κόλπου κατά Παπανικολάου σε μεγαλύτερες κοπέλες που έχουν ξεκινήσει σεξουαλικές επαφές. Η λήψη υλικού για καλλιέργεια από τον κόλπο γίνεται με εισαγωγή μέσω της οπής του παρθενικού υμένα ενός αποστειρωμένου βαμβακοφόρου στυλεού μικρού διαμετρήματος. Ο στυλεός πρέπει να παραμείνει στον κόλπο για κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να εμποτιστεί από τα υγρά που υπάρχουν σε αυτόν.

Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορούμε να καταφύγουμε στην παρθενοσκόπηση. Η παρθενοσκόπηση εκτελείται επί υποτροπιάζουσας ή επίμονης αιδιοκολπίτιδος, κολπικής αιμόρροιας και υποψίας ύπαρξης ξένου σώματος, νεοπλάσματος ή συγγενούς ανωμαλίας. Η παρθενοσκόπηση προσφέρει πληρέστερο έλεγχο του κόλπου και του τραχήλου. Μέσω της οπής του εξεταστικού σωλήνα είναι δυνατόν να εισαχθεί λαβίδα βιοψίας ή αφαίρεσης ξένου σώματος καθώς και βαμβακοφόρος στυλεός για λήψη υλικού για καλλιέργεια και κυτταρολογική εξέταση.

Θεραπεία της αιδοιοκολπίτιδας

Οι απλές μορφές αιδοιοκολπίτιδας αντιμετωπίζονται μόνο με πλύσεις με χλιαρό χαμομήλι. Επιπλέον πρέπει να τηρούνται οι κανόνες υγιεινής με συχνή αλλαγή των βαμβακερών εσωρούχων, καλό στέγνωμα της ευαίσθητης περιοχής και συχνή αλλαγή της πάνας στα μικρότερα παιδιά.

Η φαρμακευτική θεραπεία της αιδοιοκολπίτιδας πρέπει να είναι πάντα αιτιολογημένη. Πρέπει να προηγείται η καλλιέργεια του κολπικού υγρού ή των ούρων και των κοπράνων με το αντιβιόγραμμα και ποτέ να μην χορηγούνται στην τύχη αντιβιοτικά μέχρι να πετύχουμε το παθογόνο μικρόβιο.

Στις σοβαρές κολπίτιδες καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται όταν, παράλληλα με τη συστηματική χορήγηση του αντιβιοτικού, γίνεται και τοπική θεραπεία με το ίδιο αντιβιοτικό. Η τοπική εφαρμογή του αντιβιοτικού γίνεται με ενδοκολπική έγχυση, στην οποία χρησιμοποιούμε ειδικά ρύγχη ή μια απλή, χωρίς βελόνα, σύριγγα. Η ενδοκολπική χορήγηση αντιβιοτικού γίνεται για βραχύ χρονικό διάστημα για αποφυγή πιθανής καταστροφής της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου.

Η μυκητιασική κολπίτιδα αντιμετωπίζεται με την τοπική εφαρμογή αντιμυκητιασικής αλοιφής, η οποία τοποθετείται με ειδικό ρύγχος μέσα στον κόλπο. Αν επιπλέον βρεθεί κάποιο μικρόβιο στα ούρα ή στα κόπρανα χορηγείται το κατάλληλο, βάσει της ευαισθησίας, αντιβιοτικό. Τα παράσιτα, που τυχόν βρίσκονται στο έντερο, αντιμετωπίζονται με μεβενδαζόλη. Η σύμμυση των μικρών χειλέων αντιμετωπίζεται συνήθως συντηρητικά και υποχωρεί μόνη της.

Γίνεται σωστή ενημέρωση των γονέων για τους κανόνες πρόληψης, όπως η τήρηση των κανόνων υγιεινής, αποφυγή χρησιμοποίησης χημικών ουσιών, έλεγχος του περιβάλλοντος για πηγές μόλυνσης, χρησιμοποίηση βαμβακερών εσωρούχων, και αποτελεσματικής θεραπείας άλλων λοιμώξεων (αναπνευστικού-ουροποιητικού).

Η σωστή και αποτελεσματική θεραπεία αποτελεί προϋπόθεση μη υποτροπής της νόσου. Υπενθυμίζεται ότι η αιδοιοκολπίτιδα δεν είναι μεταδοτική νόσος και το παιδί μπορεί να συνεχίζει κανονικά τις δραστηριότητές του (σχολείο-άθληση).

Παρακαλούμε κατά την ηλεκτρονική αναδημοσίευση οποιουδήποτε περιεχομένου να αναγράφετε την πηγή με ενεργό σύνδεσμο προς το oloigiatopaidi.gr . Ευχαριστούμε!

Αφήστε μια απάντηση